Φρίκη ή η νεοελληνικη (αν)αποτελεσματικότητα σε αριθμούς νεκρών


 Ό,τι και να πει κανείς, είναι τραγικό αυτό που συνέβη και είναι κάτι που συντάραξε όλους. Διαχρονική ερώτηση στο νεοελληνικό κρατίδιο. Παραθέτω το άρθρο του Τρικούπη του 1874 

«Τις πταίει; [...] Και οι τρεις (σ.σ. εννοεί Βούλγαρη, Ζαίμη, Δεληγιώργη) υπήρξαν πρόεδροι προσωπικής κυβερνήσεως, τουτέστιν υπηρέται μιας και της αυτής θελήσεως ενεργούσης, οτέ μεν δια τούτου, οτέ δε δι΄ εκείνου. Ουδεμίαν ηθικήν ευθύνην φέρει το Έθνος επί τη διαγωγή των προσώπων τούτων. . [...]  Αηδιάζοντες και αγανακτούντες επί τω θεάματι, του οποίου παριστάμεθα θεαταί, και βλέποντες την γενικήν κατάπτωσιν του φρονήματος των πολιτευομένων, διστάζομεν επί στιγμήν και ερωτώμεν ημάς αυτούς, μη τυχόν αληθώς πταίει το Έθνος; Θαρρούντες όμως απαντώμεν, το Έθνος δεν πταίει. Μετά τα παθήματα του 1862, τίθεται εκ νέου εις το Έθνος το δίλημμα της υποταγής εις την αυθαιρεσίαν ή της επαναστάσεως. Είνε το Έθνος καταδικαστέον διότι δεν σπεύδει να παραδεχθή το δεύτερον. Καλούνται εις την εξουσίαν κυβερνήσεις αποκρουόμεναι παρά της πλειοψηφίας του Έθνους, χορηγείται εις αυτάς η διάλυσις της Βουλής και συνάμα παν μέσον επηρεασμού των συνειδήσεων του λαού και νοθεύσεως των εκλογών, και λέγομεν ύστερον, ότι πταίει ο λαός δια την τοιαύτην κατάστασιν. Τι δύναται ο λαός κατ΄ αυτής; Ουδέν άλλο ή να επαναστατήση. Αλλά τις ο δυνάμενος να κατακρίνη ευλόγως τον λαόν διότι την επανάστασιν θεωρεί ως έσχατον καταφύγιον, και πριν ή προέλθη εις αυτήν ζητεί να ίδη εξαντλούμενα όλα τα προληπτικά μέσα; Αν δεν πταίει ο λαός, πταίουν οι πολιτευόμενοι, λέγουσιν οι άλλοι, και η εξαχρείωσις αυτών ευθύνει το Έθνος, αφού ούτοι εις το Έθνος ανήκουσιν. Απαντώμεν, ότι η διαγωγή των πολιτευομένων υα ηύθυνε το Έθνος, αν η Ελλάς αυτοδιοικείτο, αλλ΄ αφού δια της διαστροφής του Συντάγματος και της εικονικότητος της Βουλής κυβερνάται πράγματι η Ελλάς ως μοναρχία απόλυτος, επόμενον ήτο να καταστώσι και οι πολιτευόμενοι οποίους διαπλάττει αυτούς το νόθον καθεστώς. Όστις των πολιτευομένων δεν ασπάζεται τα γινόμενα ουδέν άλλο δύναται να πράξη ή να παύση πολιτευόμενος αφού κατά το παρ΄ ημίν καθεστώς ουδέν υφίσταται δι΄ αυτού στάδιον εννόμου και εντίμου ενεργείας. Οι πολιτευόμενοι είνε πλάσματα του επικρατούντος εν τη πολιτεία στοιχείου, το δε Έθνος ου μόνον δεν είνε το επικρατούν στοιχείον εν τη πολιτική, αλλ΄ εικονικήν μόνον έχει μετοχήν εις αυτήν. Η ευθύνη άρα επί τοις συντελουμένοις ανήκει άπασα εις το στοιχείον εις το οποίον δια της διαστροφής των συνταγματικών ημών θεσμών συνεκεντρώθη ολόκληρος η εξουσία. Αλλ΄ εκτός της επαναστάσεως, την οποίαν άπαντες αποτροπιαζόμεθα, δεν υπάρχει άρα άλλο μέσον θεραπείας; Παρ΄ άλλαις συνταγματικαις επικρατείαις καταστέλλονται και προλαμβάνονται αι καταχρήσεις της εξουσίας δια δυνάμεως ανωτέρας και αυτής της επαναστάσεως, δια της ηθικής εκδηλώσεως της κοινής γνώμης. Υπάρχει και παρ΄ ημίν κοινή γνώμη, ως πολλάκις απεδείχθη και οσάκις εκτάκτως εξεδηλώθη, επέφερεν ασφαλώς τα αποτελέσματα αυτής. [...]  Είνε άρα η κονή γνώμη αδιοργάνωτος και ελλείπει αφ΄ ημών ο σπουδαιότατος ούτος φραγμός κατά των καταχρήσεων των προνομιών. [...] Όταν όμως αποφασίση ειλικρινώς να δηλώση ότι μόνον την πλειονοψηφίαν καλεί εις την εξουσίαν, ουδεμία αμφιβολία ότι εν Ελλάδι, όπως και αλλαχού, δε θα μείνει επί πολύ έκθετον το επίζηλον τούτο γέρας, αλλά θα συνεννοηθώσιν αι μειονοψηφίαι περί των επιβαλλομένων εις εκάστην υποχωρήσεων όπως συγχωνευθώσιν εις πλειονοψηφίαν. Δεν πταίει άρα το πολίτευμα, δεν πταίουσιν οι αντιπρόσωποι του Έθνους, δεν πταίει το Έθνος, αν η Βουλή είνε κατατετμημένη εις πολλά κόμματα και δεν έχει έτοιμην πλειονοψηφίαν, όταν ζητηθή. Ας αφεθή να λειτουργήση το πολίτευμα εν τη βεβαιότητι ότι εκ της πλειονοψηφίας της Βουλής μορφούται η κυβέρνησις, και ταχέως θα ίδωμεν την Βουλήν συντασσομένην εις δύο κόμματα. Ουδέν των θεμελιωδών ζητημάτων, άτινα εν Γαλλία ή Ιταλία διαιρούσι τους ποίτευομένους εις πολλά κόμματα έχομεν εν Ελλάδι. Τα πολλά κόμματα παρ΄ ημίν είνε αποτέλεσμα της προσκλήσεως των μειονοψηφιών εις την εξουσίαν. Η ευθύνη άρα πάσης της καταστάσεως ταύτης ανήκει εις τους παραβιάζοντας την κοινοβουλευτικήν αρχήν του σχηματισμού των κυβερνήσεων εκ της πλειονοψηφίας της Βουλής. Αθυμούντες επί τη καταστάσει εις ην περιήλθον τα της πολιτείας και άτινα ζωηρότερον αισθανόμεθα ήδη υπό τας εντυπώσεις των επιτελουμένων τη εισηγήσει της κυβερνήσεως και παρά των οργάνων αυτής εκλογικών οργίων, ηθελήσαμεν να εξετάσωμεν μήπως ημείς πταίομεν, όπως εν ημίν αυτοίς αναζητήσωμεν την θεραπείαν. Αλλ΄ η ειλικρινής μελέτη του θέματος μας ήγαγεν εις το αλάνθαστον συμπέρασμα ότι δεν πταίει το Έθνος. Αλλού έγκειται το κακόν και εκεί πρέπει να ζητηθή η θεραπεία.»

Θυμάμαι τις φωτιές στην Πάρνηθα και την Ηλεία με τους 50 νεκρούς - θύματα το 2007,  που είχαμε κατέβει στο Σύνταγμα, τι έγινε; το Μάτι το 2018 με τους διπλάσιους. 

Θυμάμαι- δεν μπορώ να ξεχάσω το ναυάγιο του Σάμαινα το 2000 με τους 81 νεκρούς, όπως θυμάμαι το ναυάγιο της Φαλκονέρας με τους 277 νεκρούς, το 1966. 

Στους δρόμους στα Τέμπη πάλι το 2003, 21 μαθητές σκοτώθηκαν σε σχολική εκδρομή. Γενικότερα στα τροχαία έχουμε περίπου 2-4 νεκρούς ημερησίως στην Ελλάδα. Πραγματική γενοκτονία. Όσο και να μιλάει ο Ιαβέρης και να συνεχίζει το ιεραποστολικό του (κυριολεκτικά) έργο, κανενός το αυτί δεν ιδρώνει. 

Για να αντιληφθούμε το μέγεθος του θανάτου, στην μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ. σκοτώθηκαν 192 Αθηναίοι, ενώ σε αυτή των Πλαταιών το 479 π.Χ, όπου 300.000 Πέρσες & σύμμαχες τους δυνάμεις αντιμετώπισαν περίπου 100.000 Έλληνες, είχαμε σύμφωνα με τον Ηρόδοτο πάντα, 91 νεκρούς Σπαρτιάτες, 52 Αθηναίους και 16 Τεγεάτες. Οι Σπαρτιάτες είχαν εκστρατεύσει μαζικά, πάνω από 10.000 οπλίτες, οι Αθηναίοι ήταν 8.000 και οι Τεγεάτες λιγότεροι (τους αναφέρει αλλά δε θυμάμαι τώρα). Αναλογιστείτε τώρα ένα δρομολόγιο τρένου, στον κεντρικό άξονα της χώρας. 

Φρίκη. Δε ξέρω πώς θα μπορούσε να εξηγήσει κανείς όλη αυτή τη συλλογική ανευθυνότητα, την ανημποριά, την έλλειψη έγνοιας που οδηγεί σε αυτή τη συλλογική αυτοκαταστροφή. 

Τίς πταίει; Όλοι. Και αν δεν το πούμε ΤΩΡΑ, απλά τα παραπάνω θα συνεχίζονται. 

Τί είναι να κάνουμε; Όλοι να ασχοληθούμε με τα κοινά, τις δημοκρατικές διαδικασίες, να ακούμε λιγότερο, να προσφέρουμε περισσότερο και φυσικά να νοιαζόμαστε. Η έννοια προκύπτει από το εν+νου, η γλώσσα μας δίνει τη λύση, να δούμε για πόσο ακόμα. 

Σχόλια